échafauder - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

échafauder - translation to γαλλικά


échafauder      
1. {vi} {уст.}
строить, ставить леса, подмости, подмостки, помост
2. {vt}
1) громоздить
2) {перен.} сооружать, созидать; создавать на скорую руку; затевать, комбинировать
échafauder des plans — придумывать планы
échafauder une hypothèse — выдвинуть гипотезу
échafauder des blocs — сколачивать блоки
- s'échafauder
устанавливать ( строительные ) леса      
échafauder
s'échafauder      
громоздиться
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για échafauder
1. Il commence à échafauder un plan darrivée à Tunis.
2. Capable de livrer des scénarios que męme la plus sémillante des imaginations n‘aurait pu échafauder.
3. De quoi générer des profits supplémentaires, gonfler un budget et échafauder un avenir radieux.
4. Ueli Leuenberger, président du Parti écologiste suisse, souhaite échafauder d‘urgence une structure compétente en réunissant les élus de son parti.
5. Sophie Lin estime «qu‘il faudra ensuite 4 ŕ 5 mois pour échafauder les grandes lignes du projet.